Τρίτη 24 Μαΐου 2011

“Εγώ πάντως, είμαι ρατσιστής!”

zaf_cΓράφει ο Δημήτρης Ζαφειρόπουλος
Έχετε παρατηρήσει κάτι τον τελευταίο καιρό; Μετά τα πρόσφατα γεγονότα στην πλατεία Βικτωρίας και όχι μόνο, όλοι ασχολούνται με το μεταναστευτικό. Και όλοι, ή σχεδόν όλοι πλην των γνωστών επαγγελματιών της διεθνιστικής αριστεράς, ζητούν να παρθούν μέτα κατά της ακατάσχετης εισόδου αλλά και την ίδιας την παρουσίας των μεταναστών.
Όλοι αυτοί όμως, πολιτικοί, πολίτες, δημοσιογράφοι, σχετικοί και άσχετοι μόλις ζητήσουν να γίνει κάτι, να παρθούν κάποια μέτρα τέλος πάντων, έχουν και μία μόνιμη επωδό στον λόγο τους: "εγώ δεν είμαι ρατσιστής, αλλά ...". Ακόμη και ορισμένοι από τους κατοίκους τω περιοχών που έχουν γκετοποιηθεί σπεύδουν να πουν: "εμείς, δεν είμαστε ρατσιστές, αλλά δεν αντέχουμε άλλο, θα μας κάνουν στο τέλος...." Τί είναι όμως αυτός ο "ρατσισμός", που όλοι τον αποτάσσουν και τον ξορκίζουν λες και πρόκειται για καρκίνο;
Μία ακόμη καραμέλα της εποχής του πολιτικά ορθού, μία παρόλα που έμαθαν όλοι να χρησιμοποιούν με αρνητική χροιά, της οποίας όμως το νόημα και το περιεχόμενο ούτε το γνωρίζουν, ούτε καν το φαντάζονται. Μπορεί κάποιος να θέλει στην περιοχή του να βλέπει μόνο Έλληνες και να ακούει να μιλούν τα Ελληνικά, αλλά δεν είναι ρατσιστής. Ζητά κάποιος μέτρα για να σταματήσει η πατρίδα του να είναι ξέφραγο αμπέλι, αλλά προς θεού, αυτό δεν είναι ρατσισμός. Ακόμη και όσοι θέλουν να μην χαθεί η παράδοση, η κουλτούρα, η γλώσσα, η θρησκεία τους, κατά τα άλλα αυτό που ζητούν δεν είναι ρατσισμός, αλλά προανώς έιναι κάτι άλλο, το οποίο δεν γνωρίζουν.
Αν πάλι ρωτήσετε κάποιον τι σημαίνει ρατσισμός ή δεν θα πάρετε απάντηση ή στην καλύτερη των περιπτώσεων θα σας μιλήσουν για γερμανούς, τρίτο ή τέταρτο ράιχ, ενώ οι πιο προχωρημένοι μπορεί και να σας αναφέρουν κάτι σχετικό με τον αμερικάνικο νότο και την Κου Κλουξ Κλάν.
Σε καμία περίπτωση εδώ δεν πρόκειται να κάνουμε μία πολιτική, κοινωνιολογική ή ιστορική αναδρομή της έννοαις ρατσισμός ή φυλετισμός κατά το ελληνικότερον. Απλά και συνοπτικά θα πούμε ότι πρόκειται για ένα ανθρώπινο συναίσθημα, παλαιό όσο και η παρουσία του ανθρώπου στη γη. Είναι το αίσθημα του ανήκει σε ένα διακριτό σύνολο ατόμων και η διάθεση να υπερασπιστεί αυτή την διαφορετικότητα έναντι κάθε επιβουλής. Ο Ηρόδοτος (που σίγουρα δεν είχε το πρόθεμα Φόν στο όνομά του) το είχε σχηματοποιήσει σε τρείς λέξεις: όμαιμον, ομόδοξον και ομότροπον. Οι δε προγονοί μας της Κλασσικής εποχής το μετέεραν σε πολιτικό επίπεδο με το "Πας μη Έλλην Βάρβαρος".
Αυτά για την ιστορία και την ελληνική καταγωγή του φαινομένου. Σε κάθε περίπτωση το να θέλει κάποιος να λέγεται Έλληνας και να θέλει να παραμείνει η ζωή του όπως έχει μάθει, είναι ένα φυσιολογικό ένστικτο, το οποίο στην ουσία του δεν έχει ανάγκη καμίας πολιτικής ή φιλοσοφικής ερμηνείας. Είναι το ένστικτο που έκανε τους περήφανους και αμόρφωτους αγωνιστές του 1821 να μιλούν για το "γένος των ελλήνων" και να ζητούν την ελευθερία αυτού από τους τότε καταπιεστές του.
Αυτό λοιπόν το φυσιολογικό ανθρώπινο ένστικτο φοβούνται οι δυνάστες του πολιτικά ορθού σήμερα και προσπαθούν να το καταπνίξουν εν τη γεννέση του. Και επειδή διαθέτουν την εξουσία να ονοματίζουν, του προσδίδουν αρνητικές χροιές. Και όταν η ρατσιστοφοβία που έχουν δημιουργήσει δεν αρκεί, γιατί πολύ απλά η οργή του κόσμου έχει ξεχειλίσει, τότε επιστρατεύουν την νομοθεσία. Γι' αυτό και ο ήδη υπάρχων αντιρατσιστικός νόμος, γι' αυτό και η επικείμενη αυστηροποίησή του. Όμως η οργή, το συναίσθημα και τα ανθρώπινα ένστικτα ούτε καταστέλλονται, ούτε ποινικοποιούνται και κυρίως δεν εξαφανίζονται με ευχολόγια, τσιτάτα και νομικές διατάξεις. Πιστέψτε με σας το λέει ένας που με βάση τις υπάρχουσες νομοθεσίες έχει δικαστεί και καταδικαστεί ως ρατσιστής. Και παρόλα αυτά δεν έχει αλλάξει ούτε στ ελάχιστον.
"Οι πολίτες πήραν τον νόμο στα χέρια τους. Αγανακτισμένοι κάτοικοι επιτέθηκαν σε αλλοδαπούς. Ακροδεξιοί διεξάγουν «περιπολίες» στο κέντρο".
Αυτοί είναι μερικοί από τους τίτλους που «παίζουν» μετά τα γεγονότα των τελευταίων ημερών. Και για τον νεκρό οικογενειάρχη; Σχεδόν τίποτα. Το έγκλημα ξεχάστηκε και έμειναν οι κραυγές από τις θηλυκές και αρσενικές καρακάξες που κρώζουν για τον κίνδυνο του ρατσισμού αλλά και της κατάλυσης του νόμου και του κράτους.
Πόσο γελοίοι και υποκριτές είναι όλοι αυτοί οι δήθεν αγωνιούντες που ενώ μέσα από την φιλελεύθερη ή αριστερίστικη οπτική τους μιλούν για «λιγότερο κράτος» όταν κάτι τους χαλάει την σούπα, αγκυλώνονται σε αυτό ως οι πιο όψιμοι υπερασπιστές του.
Με πόση νηφαλιότητα μπορεί κάποιος να αντιμετωπίσει την δολοφονία ενός ανθρώπου που πήγαινε την έγκυο γυναίκα του για να γεννήσει; Πόσο αποστασιοποιημένος μπορεί να είναι κάποιος που έχει γεννηθεί, μεγαλώσει και αγαπήσει σε μία γειτονιά που έχει μεταβληθεί σε γκέτο αλλογενών; Δεν το γνωρίζουμε;
Αυτό για το οποίο όμως είμαστε σίγουροι είναι ότι μόνο με χαρά ζήσαμε την οργή και τον ξεσηκωμό των Ελλήνων κατά αυτών που τους αρνούνται την ζωή. Και ελπίζουμε απλά να είναι μόνο η αρχή.
Μα είναι η βία η λύση; Μπορούν ή πρέπει οι πολίτες να παίρνουν το νόμο στα χέρια τους και να καταργούν ή να υποκαθιστούν το κράτος και τους θεσμούς του;
Βεβαίως είναι η απάντηση, όταν αυτό το κράτος είναι ανύπαρκτο ή ακόμα και εχθρικό απέναντι στους κατοίκους μιας χώρας που βλέπουν να χάνεται η ταυτότητα αυτής. Όταν επίσης η αστυνομία δεν μπορεί ή δεν θέλει να εφαρμόσει τον νόμο, τότε κάποιος πρέπει να το κάνει.
Ακόμα και το μίζερο ελλαδικό κρατίδιο που δημιουργήθηκε το 1830, υπηρετώντας την φιλελεύθερη λογική της εποχής, εξασφάλιζε συνταγματικά στον πολίτη το δικαίωμα της ζωής, της περιουσίας και της ελευθερίας. Ποιο λοιπόν από τις τρεις αυτές ιερές αγελάδες του λιμπεραλισμού προστατεύεται ή προσφέρεται στον Έλληνα σήμερα; Καμία, καθώς αυτός καθημερινά κινδυνεύει να τον σκοτώσουν ή να τον κλέψουν, φοβάται να βγεί από το σπίτι του και καταστρέφεται οικονομικά εξαιτίας της γκετοποίησης.
Και το κράτος; Αυτό μέσω της αστυνομίας αποδεικνύεται λίγο ή απρόθυμο να διαχειριστεί το πρόβλημα. Το κράτος πάλι, μέσω της νομοθεσίας, δείχνεται φιλικό και δικαιωματικό μόνο προς τους μετανάστες διογκώνοντας και ούτε καν διορθώνοντας το πρόβλημα.
Οπότε γιατί να μην χαιρόμαστε όταν αυτό το κράτος καταλύεται; Γιατί να μην επιδοκιμάζουμε όταν οι πολίτες αναλαμβάνουν να κάνουν την δουλειά που θα έπρεπε άλλοι να κάνουν για αυτούς;
Όσοι διαφωνούν στα παραπάνω ερωτήματα, πολύ απλά ή πληρώνονται για να το πράττουν αυτό ή πληρώνουν για να προστατεύονται από την καθημερινότητα που όλοι εμείς οι υπόλοιποι βιώνουμε.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.