Μπορεί η Σύνοδος Κορυφής να
ολοκληρώθηκε με "νίκη" των χωρών του Νότου της Ευρωζώνης, ωστόσο, η
Ελλάδα κινδυνεύει να μην κατορθώσει να κεφαλαιοποιήσει τις θετικές αυτές
εξελίξεις σε ευρωπαϊκό επίπεδο, όπως υποστηρίζει το κύριο άρθρο της
εφημερίδας Free Sunday με τίτλο "Κίνδυνος ευρωπαϊκής απομόνωνσης για την κυβέρνησης Σαμαρά".
Στο άρθρο επισημαίνεται ότι "η σύνοδος κορυφής των Βρυξελλών πήρε εξαιρετικά σημαντικές αποφάσεις, αλλάζοντας το ευρωπαϊκό τοπίο και δημιουργώντας τις προϋποθέσεις για μια διαφορετική αντιμετώπιση της κρίσης. Αποδείχτηκε για μία ακόμη φορά ότι η Ε.Ε. χρειάζεται χρόνο για να αρθεί στο ύψος των περιστάσεων και πως δεν υπάρχουν εύκολες και γρήγορες λύσεις στα κοινά ευρωπαϊκά προβλήματα. Η κυβέρνηση της Ισπανίας εξασφάλισε τη χρηματοδότηση της ανακεφαλαιοποίησης του τραπεζικού της συστήματος με πόρους των μηχανισμών στήριξης οι οποίοι θα δίνονται απευθείας στο τραπεζικό σύστημα χωρίς να επιβαρύνουν τον κρατικό προϋπολογισμό και το δημόσιο χρέος της Ισπανίας. Πρόκειται για μια ρήξη με το παρελθόν, που στηρίζεται στη στροφή 180 μοιρών που πραγματοποίησε η καγκελάριος της Γερμανίας κ. Μέρκελ, με βασικό πολιτικό αντάλλαγμα τη δημιουργία, μέχρι τα τέλη του 2012, κοινού ευρωπαϊκού μηχανισμού εποπτείας των μεγάλων τραπεζών, στον οποίο κυρίαρχο ρόλο θα έχει η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα. Τα καλά νέα για τις υπερχρεωμένες χώρες της Ευρωζώνης με μεγάλα διαρθρωτικά προβλήματα στην οικονομία τους δεν σταματούν εδώ. Αποφασίστηκε επίσης η επαναγορά του δημόσιου χρέους της Ιταλίας από τους πόρους των ευρωπαϊκών μηχανισμών στήριξης χωρίς αυτού του είδους η παρέμβαση να οδηγεί στη μνημονιακή δέσμευση της οικονομικής πολιτικής της Ρώμης", ενώ υπογραμμίζεται ότι "τα διπλωματικά, οικονομικά κέρδη της Μαδρίτης και της Ρώμης αναμένεται να προκαλέσουν μια αλυσιδωτή αντίδραση που μπορεί να αλλάξει προς το καλύτερο το ευρωπαϊκό περιβάλλον. Είναι φανερό, για παράδειγμα, ότι η Ιρλανδία, η οποία πλήρωσε ακριβά την κατάρρευση του χρηματοπιστωτικού της συστήματος, θα ζητήσει βελτίωση των όρων του δικού της μνημονίου, στηριζόμενη στις διευκολύνσεις που δόθηκαν στην Ισπανία, αλλά και στις πολύ καλές επιδόσεις της σε ό,τι αφορά την εφαρμογή των συμφωνηθέντων. Η επόμενη μέρα μπορεί να είναι καλύτερη και για την Κύπρο, η οποία χρειάζεται ένα ποσό της τάξης των 10 δισ. ευρώ (50% του ΑΕΠ) για την ανακεφαλαιοποίηση των τραπεζών της, που πλήρωσαν ακριβά την έκθεσή τους στον ελληνικό κίνδυνο και το πολυσυζητημένο PSI. Οι σημαντικές αποφάσεις των Βρυξελλών δεν οδηγούν αυτόματα σε παροχές και διευκολύνσεις, αλλά κάνουν λιγότερο δύσκολη την αντιμετώπιση της κρίσης υπερχρέωσης που αντιμετωπίζουν χώρες της Ευρωζώνης με μεγάλα διαρθρωτικά προβλήματα".
Λάθος πολιτική προσέγγιση
Στο πλαίσιο αυτό, το άρθρο τονίζει ότι "ο δημιουργικός συμβιβασμός που επιτεύχθηκε στη σύνοδο κορυφής των Βρυξελλών και όσα προηγήθηκαν αποδεικνύουν ότι η επιχειρηματολογία που ανέπτυξαν κατά την παρατεταμένη προεκλογική περίοδο τα κόμματα ήταν αβάσιμη ή και λαθεμένη. Πρώτον, η κάλυψη των χρηματοδοτικών αναγκών του Δημοσίου μέσα από ανοίγματα προς τη Ρωσία ή την Κίνα δεν έχει σχέση με τη διεθνή οικονομική και πολιτική πραγματικότητα. Όπως φάνηκε και στην περίπτωση της Κύπρου, η οποία έχει συγκριτικά μικρές ανάγκες χρηματοδότησης, η Ρωσία και η Κίνα έχουν άλλες προτεραιότητες και δεν επιθυμούν να ανταγωνιστούν την Ε.Ε., εντάσσοντας διάφορες χώρες-μέλη της στη σφαίρα οικονομικής επιρροής τους μέσα από την παροχή δανείων δισεκατομμυρίων ή και δεκάδων δισεκατομμυρίων ευρώ. Δεύτερον, οι κυβερνήσεις που τηρούν τις δεσμεύσεις που έχουν αναλάβει, με ή χωρίς μνημόνιο, ενισχύουν την αξιοπιστία τους έναντι των Ευρωπαίων συνομιλητών τους και αποκτούν μεγαλύτερες διαπραγματευτικές δυνατότητες. Ο Μαριάνο Ραχόι και ο Μάριο Μόντι πήγαν στη σύνοδο κορυφής των Βρυξελλών αφού πρώτα πέτυχαν την υπερψήφιση, από τα κοινοβούλια των χωρών τους, νέων «πακέτων» μέτρων δημοσιονομικής προσαρμογής και απελευθέρωσης της αγοράς εργασίας. Αποδείχτηκε στην πράξη ότι η προσαρμογή στους κανόνες και στα μέτρα που έχουν συμφωνηθεί δεν είναι άσκηση εθνικής αυτοταπείνωσης, όπως υποστηρίζεται στην Ελλάδα, αλλά βασική προϋπόθεση για ενίσχυση της διαπραγματευτικής θέσης της χώρας και εξόδου από την κρίση με το μικρότερο δυνατό οικονομικό και κοινωνικό κόστος. Τρίτον, η μεγάλη ανατροπή στη σύνοδο κορυφής των Βρυξελλών ήρθε με πρωτοβουλία του τεχνοκράτη πρωθυπουργού της Ιταλίας Μάριο Μόντι. Ο κ. Μόντι πέρασε δύσκολα διαρθρωτικά μέτρα στην Ιταλία και είδε τους τελευταίους μήνες τη δημοτικότητά του να υποχωρεί σε ποσοστά της τάξης του 30%-35%, στο μισό των ποσοστών που κατέγραφε στο ξεκίνημα της κυβερνητικής προσπάθειας, τον περασμένο Νοέμβριο. Η καλή γνώση της ευρωπαϊκής πραγματικότητας, η αξιοπιστία του, αλλά και η προώθηση μέτρων με αντιλαϊκά χαρακτηριστικά, προκειμένου να αποφύγει η Ιταλία την ένταξή της σε ένα μνημόνιο που θα περιόριζε δραστικά την ελευθερία κινήσεων της κυβέρνησής της, ενίσχυσαν τη διαπραγματευτική θέση του… Ιταλού Παπαδήμου και έδειξαν πόσο κερδισμένη θα ήταν η Ελλάδα εάν είχαμε εφαρμόσει το «πείραμα» Παπαδήμου με ιταλικούς κανόνες. Ολιγομελή κυβέρνηση τεχνοκρατών, με πλήρη πολιτική ατζέντα και με τη δυνατότητα να εξαντλήσει την τετραετία. Τέταρτον, επιβεβαιώθηκε ότι η Γερμανία μπορεί να είναι η ισχυρότερη χώρα-μέλος της Ε.Ε. από οικονομική και πολιτική άποψη, είναι όμως υποχρεωμένη να υποκλίνεται στο συσχετισμό δυνάμεων που διαμορφώνεται μεταξύ των 27 χωρών-μελών και στο κοινό ευρωπαϊκό συμφέρον. Στη συγκεκριμένη περίπτωση ήταν πρακτικά αδύνατο να παρακάμψει τις αντιρρήσεις της Ισπανίας και της Ιταλίας, χωρών με τεράστιο ειδικό οικονομικό και πολιτικό βάρος στην Ευρωζώνη".
Προστασία συντεχνιών
Σε αντιδιαστολή με τα παραπάνω, το κείμενο επισημαίνει ότι "τον κίνδυνο της ελληνικής απομόνωσης σε μια Ε.Ε. που αρχίζει να αλλάζει με ουσιαστικό τρόπο επιτείνει το εξαιρετικά περιορισμένο μεταρρυθμιστικό δυναμικό της κυβέρνησης συνασπισμού. Η κομματική διαπλοκή της ΝΔ συνδυάζεται με τον οπορτουνισμό της ηγεσίας του ΠΑΣΟΚ και τον ευπρεπή δογματισμό της Δημοκρατικής Αριστεράς, για να οδηγήσουν σε ένα εξαιρετικά αρνητικό κυβερνητικό αποτέλεσμα. Είναι χαρακτηριστικό ότι η νέα κυβέρνηση προστατεύει με όλα τα μέσα και με τεράστιο δημοσιονομικό κόστος τη διαπλοκή και τις συντεχνίες που κυριαρχούν στον τομέα της Υγείας, του ασφαλιστικού, συνταξιοδοτικού συστήματος και της δημόσιας διοίκησης. Ο πρωθυπουργός κ. Σαμαράς προσπαθεί να κρύψει τα παλαιοκομματικά, συντεχνιακά, διαπλεκόμενα χαρακτηριστικά της κυβέρνησής του πίσω από δυναμικές πολιτικές παρεμβάσεις υπέρ των αποκρατικοποιήσεων και της λεγόμενης αξιοποίησης της δημόσιας γης. Το διαχειριστικό παρελθόν της παράταξής του δεν τον βοηθάει. Όλες οι ιδιωτικοποιήσεις που πραγματοποιήθηκαν επί κυβέρνησης ΝΔ είχαν τεράστιο κόστος για το Δημόσιο, επειδή συνοδεύτηκαν από προκλητικές εισοδηματικές, ασφαλιστικές ρυθμίσεις υπέρ της εκλογικής και της κομματικής πελατείας. Ακόμη και τα «φιλέτα» δημόσιας γης που προσφέρθηκαν σε ιδιώτες επενδυτές συνοδεύτηκαν από προκλητική και φυσικά ιδιοτελή κακοδιαχείριση. Το Δημόσιο έφτασε να επιδοτεί την «αξιοποίηση» της δημόσιας γης μέσα από προβληματικές συμβάσεις και τις κατάλληλες ερμηνείες τους από τη Δικαιοσύνη και τους πολιτικούς διαχειριστές. Επομένως, δεν υπάρχει κάποιος «θησαυρός» στις ιδιωτικοποιήσεις και στην «αξιοποίηση» της δημόσιας γης που μπορεί να καλύψει το μεταρρυθμιστικό έλλειμμα της κυβέρνησης και να χρηματοδοτήσει τα λάθη και τις παραλείψεις της. Για να αποδώσουν οι ιδιωτικοποιήσεις και η «αξιοποίηση» της δημόσιας γης πρέπει υποχρεωτικά να προηγηθούν η δημοσιονομική εξυγίανση, ο περιορισμός της κρατικής γραφειοκρατίας και των πρακτικών που συνδέονται με αυτήν, η βελτίωση του οικονομικού και του επιχειρηματικού κλίματος, ο περιορισμός του συναλλαγματικού κινδύνου κτλ".
Στο άρθρο επισημαίνεται ότι "η σύνοδος κορυφής των Βρυξελλών πήρε εξαιρετικά σημαντικές αποφάσεις, αλλάζοντας το ευρωπαϊκό τοπίο και δημιουργώντας τις προϋποθέσεις για μια διαφορετική αντιμετώπιση της κρίσης. Αποδείχτηκε για μία ακόμη φορά ότι η Ε.Ε. χρειάζεται χρόνο για να αρθεί στο ύψος των περιστάσεων και πως δεν υπάρχουν εύκολες και γρήγορες λύσεις στα κοινά ευρωπαϊκά προβλήματα. Η κυβέρνηση της Ισπανίας εξασφάλισε τη χρηματοδότηση της ανακεφαλαιοποίησης του τραπεζικού της συστήματος με πόρους των μηχανισμών στήριξης οι οποίοι θα δίνονται απευθείας στο τραπεζικό σύστημα χωρίς να επιβαρύνουν τον κρατικό προϋπολογισμό και το δημόσιο χρέος της Ισπανίας. Πρόκειται για μια ρήξη με το παρελθόν, που στηρίζεται στη στροφή 180 μοιρών που πραγματοποίησε η καγκελάριος της Γερμανίας κ. Μέρκελ, με βασικό πολιτικό αντάλλαγμα τη δημιουργία, μέχρι τα τέλη του 2012, κοινού ευρωπαϊκού μηχανισμού εποπτείας των μεγάλων τραπεζών, στον οποίο κυρίαρχο ρόλο θα έχει η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα. Τα καλά νέα για τις υπερχρεωμένες χώρες της Ευρωζώνης με μεγάλα διαρθρωτικά προβλήματα στην οικονομία τους δεν σταματούν εδώ. Αποφασίστηκε επίσης η επαναγορά του δημόσιου χρέους της Ιταλίας από τους πόρους των ευρωπαϊκών μηχανισμών στήριξης χωρίς αυτού του είδους η παρέμβαση να οδηγεί στη μνημονιακή δέσμευση της οικονομικής πολιτικής της Ρώμης", ενώ υπογραμμίζεται ότι "τα διπλωματικά, οικονομικά κέρδη της Μαδρίτης και της Ρώμης αναμένεται να προκαλέσουν μια αλυσιδωτή αντίδραση που μπορεί να αλλάξει προς το καλύτερο το ευρωπαϊκό περιβάλλον. Είναι φανερό, για παράδειγμα, ότι η Ιρλανδία, η οποία πλήρωσε ακριβά την κατάρρευση του χρηματοπιστωτικού της συστήματος, θα ζητήσει βελτίωση των όρων του δικού της μνημονίου, στηριζόμενη στις διευκολύνσεις που δόθηκαν στην Ισπανία, αλλά και στις πολύ καλές επιδόσεις της σε ό,τι αφορά την εφαρμογή των συμφωνηθέντων. Η επόμενη μέρα μπορεί να είναι καλύτερη και για την Κύπρο, η οποία χρειάζεται ένα ποσό της τάξης των 10 δισ. ευρώ (50% του ΑΕΠ) για την ανακεφαλαιοποίηση των τραπεζών της, που πλήρωσαν ακριβά την έκθεσή τους στον ελληνικό κίνδυνο και το πολυσυζητημένο PSI. Οι σημαντικές αποφάσεις των Βρυξελλών δεν οδηγούν αυτόματα σε παροχές και διευκολύνσεις, αλλά κάνουν λιγότερο δύσκολη την αντιμετώπιση της κρίσης υπερχρέωσης που αντιμετωπίζουν χώρες της Ευρωζώνης με μεγάλα διαρθρωτικά προβλήματα".
Λάθος πολιτική προσέγγιση
Στο πλαίσιο αυτό, το άρθρο τονίζει ότι "ο δημιουργικός συμβιβασμός που επιτεύχθηκε στη σύνοδο κορυφής των Βρυξελλών και όσα προηγήθηκαν αποδεικνύουν ότι η επιχειρηματολογία που ανέπτυξαν κατά την παρατεταμένη προεκλογική περίοδο τα κόμματα ήταν αβάσιμη ή και λαθεμένη. Πρώτον, η κάλυψη των χρηματοδοτικών αναγκών του Δημοσίου μέσα από ανοίγματα προς τη Ρωσία ή την Κίνα δεν έχει σχέση με τη διεθνή οικονομική και πολιτική πραγματικότητα. Όπως φάνηκε και στην περίπτωση της Κύπρου, η οποία έχει συγκριτικά μικρές ανάγκες χρηματοδότησης, η Ρωσία και η Κίνα έχουν άλλες προτεραιότητες και δεν επιθυμούν να ανταγωνιστούν την Ε.Ε., εντάσσοντας διάφορες χώρες-μέλη της στη σφαίρα οικονομικής επιρροής τους μέσα από την παροχή δανείων δισεκατομμυρίων ή και δεκάδων δισεκατομμυρίων ευρώ. Δεύτερον, οι κυβερνήσεις που τηρούν τις δεσμεύσεις που έχουν αναλάβει, με ή χωρίς μνημόνιο, ενισχύουν την αξιοπιστία τους έναντι των Ευρωπαίων συνομιλητών τους και αποκτούν μεγαλύτερες διαπραγματευτικές δυνατότητες. Ο Μαριάνο Ραχόι και ο Μάριο Μόντι πήγαν στη σύνοδο κορυφής των Βρυξελλών αφού πρώτα πέτυχαν την υπερψήφιση, από τα κοινοβούλια των χωρών τους, νέων «πακέτων» μέτρων δημοσιονομικής προσαρμογής και απελευθέρωσης της αγοράς εργασίας. Αποδείχτηκε στην πράξη ότι η προσαρμογή στους κανόνες και στα μέτρα που έχουν συμφωνηθεί δεν είναι άσκηση εθνικής αυτοταπείνωσης, όπως υποστηρίζεται στην Ελλάδα, αλλά βασική προϋπόθεση για ενίσχυση της διαπραγματευτικής θέσης της χώρας και εξόδου από την κρίση με το μικρότερο δυνατό οικονομικό και κοινωνικό κόστος. Τρίτον, η μεγάλη ανατροπή στη σύνοδο κορυφής των Βρυξελλών ήρθε με πρωτοβουλία του τεχνοκράτη πρωθυπουργού της Ιταλίας Μάριο Μόντι. Ο κ. Μόντι πέρασε δύσκολα διαρθρωτικά μέτρα στην Ιταλία και είδε τους τελευταίους μήνες τη δημοτικότητά του να υποχωρεί σε ποσοστά της τάξης του 30%-35%, στο μισό των ποσοστών που κατέγραφε στο ξεκίνημα της κυβερνητικής προσπάθειας, τον περασμένο Νοέμβριο. Η καλή γνώση της ευρωπαϊκής πραγματικότητας, η αξιοπιστία του, αλλά και η προώθηση μέτρων με αντιλαϊκά χαρακτηριστικά, προκειμένου να αποφύγει η Ιταλία την ένταξή της σε ένα μνημόνιο που θα περιόριζε δραστικά την ελευθερία κινήσεων της κυβέρνησής της, ενίσχυσαν τη διαπραγματευτική θέση του… Ιταλού Παπαδήμου και έδειξαν πόσο κερδισμένη θα ήταν η Ελλάδα εάν είχαμε εφαρμόσει το «πείραμα» Παπαδήμου με ιταλικούς κανόνες. Ολιγομελή κυβέρνηση τεχνοκρατών, με πλήρη πολιτική ατζέντα και με τη δυνατότητα να εξαντλήσει την τετραετία. Τέταρτον, επιβεβαιώθηκε ότι η Γερμανία μπορεί να είναι η ισχυρότερη χώρα-μέλος της Ε.Ε. από οικονομική και πολιτική άποψη, είναι όμως υποχρεωμένη να υποκλίνεται στο συσχετισμό δυνάμεων που διαμορφώνεται μεταξύ των 27 χωρών-μελών και στο κοινό ευρωπαϊκό συμφέρον. Στη συγκεκριμένη περίπτωση ήταν πρακτικά αδύνατο να παρακάμψει τις αντιρρήσεις της Ισπανίας και της Ιταλίας, χωρών με τεράστιο ειδικό οικονομικό και πολιτικό βάρος στην Ευρωζώνη".
Προστασία συντεχνιών
Σε αντιδιαστολή με τα παραπάνω, το κείμενο επισημαίνει ότι "τον κίνδυνο της ελληνικής απομόνωσης σε μια Ε.Ε. που αρχίζει να αλλάζει με ουσιαστικό τρόπο επιτείνει το εξαιρετικά περιορισμένο μεταρρυθμιστικό δυναμικό της κυβέρνησης συνασπισμού. Η κομματική διαπλοκή της ΝΔ συνδυάζεται με τον οπορτουνισμό της ηγεσίας του ΠΑΣΟΚ και τον ευπρεπή δογματισμό της Δημοκρατικής Αριστεράς, για να οδηγήσουν σε ένα εξαιρετικά αρνητικό κυβερνητικό αποτέλεσμα. Είναι χαρακτηριστικό ότι η νέα κυβέρνηση προστατεύει με όλα τα μέσα και με τεράστιο δημοσιονομικό κόστος τη διαπλοκή και τις συντεχνίες που κυριαρχούν στον τομέα της Υγείας, του ασφαλιστικού, συνταξιοδοτικού συστήματος και της δημόσιας διοίκησης. Ο πρωθυπουργός κ. Σαμαράς προσπαθεί να κρύψει τα παλαιοκομματικά, συντεχνιακά, διαπλεκόμενα χαρακτηριστικά της κυβέρνησής του πίσω από δυναμικές πολιτικές παρεμβάσεις υπέρ των αποκρατικοποιήσεων και της λεγόμενης αξιοποίησης της δημόσιας γης. Το διαχειριστικό παρελθόν της παράταξής του δεν τον βοηθάει. Όλες οι ιδιωτικοποιήσεις που πραγματοποιήθηκαν επί κυβέρνησης ΝΔ είχαν τεράστιο κόστος για το Δημόσιο, επειδή συνοδεύτηκαν από προκλητικές εισοδηματικές, ασφαλιστικές ρυθμίσεις υπέρ της εκλογικής και της κομματικής πελατείας. Ακόμη και τα «φιλέτα» δημόσιας γης που προσφέρθηκαν σε ιδιώτες επενδυτές συνοδεύτηκαν από προκλητική και φυσικά ιδιοτελή κακοδιαχείριση. Το Δημόσιο έφτασε να επιδοτεί την «αξιοποίηση» της δημόσιας γης μέσα από προβληματικές συμβάσεις και τις κατάλληλες ερμηνείες τους από τη Δικαιοσύνη και τους πολιτικούς διαχειριστές. Επομένως, δεν υπάρχει κάποιος «θησαυρός» στις ιδιωτικοποιήσεις και στην «αξιοποίηση» της δημόσιας γης που μπορεί να καλύψει το μεταρρυθμιστικό έλλειμμα της κυβέρνησης και να χρηματοδοτήσει τα λάθη και τις παραλείψεις της. Για να αποδώσουν οι ιδιωτικοποιήσεις και η «αξιοποίηση» της δημόσιας γης πρέπει υποχρεωτικά να προηγηθούν η δημοσιονομική εξυγίανση, ο περιορισμός της κρατικής γραφειοκρατίας και των πρακτικών που συνδέονται με αυτήν, η βελτίωση του οικονομικού και του επιχειρηματικού κλίματος, ο περιορισμός του συναλλαγματικού κινδύνου κτλ".